|
||||||||||||
Τα νέα ανάκτορα Γύρω στο 1600 π.Χ. όταν έχουν ήδη διαμορφωθεί τα εξωτερικά και εσωτερικά πλαίσια οργάνωσης, οικοδομούνται τα νεότερα ανάκτορα που θα καταστραφούν γύρω στο 1450 π.Χ. Τα ανάκτορα αυτά έχουν κατά κανόνα ξύλινους αντισεισμικούς σκελετούς, χτίζονται στην ίδια θέση με τα προηγούμενα και καταλαμβάνουν την ίδια περίπου έκταση. Επιπλέον διατηρούν τους ίδιους χώρους, εργαστήρια και αποθήκες, και τα ίδια βασικά στοιχεία με τα παλαιότερα, όπως ο προσανατολισμός και η ύπαρξη μίας κεντρικής και μίας δυτικής αυλής. Ταυτόχρονα παρατηρείται μία τάση τελειοποίησης της αρχιτεκτονικής μορφής που διαφοροποιείται σε κάθε ανάκτορο, ανάλογα με τη σημασία και την ισχύ του αλλά και τα διαθέσιμα υλικά και τους τεχνίτες. Η κεντρική αυλή παραμένει πάντοτε το νευραλγικότερο σημείο του ανακτόρου καθώς αποτελεί τον κόμβο μέσω του οποίου γίνεται η επικοινωνία με όλους του υπόλοιπους χώρους του συγκροτήματος και συνιστά τον τόπο τέλεσης θρησκευτικών λειτουργιών και συναθροίσεων.
Μινωικές επαύλεις Όλη αυτή η εξάπλωση του πολιτισμού, ο εποικισμός και η εντατικοποίηση των εμπορικών σχέσεων απαιτούσε όπως ήταν φυσικό, πολύ καλή εσωτερική οργάνωση και διοίκηση. Γύρω στο 1600 π.Χ. εμφανίζονται εκτεταμένα κτίρια - επαύλεις- που είναι έδρες τοπικών αρχόντων. Οι επαύλεις χτίζονται συνήθως σε μέρη εύφορα, ή πάνω σε βασικούς δρόμους επικοινωνίας και διακρίνονται για τις πολλές εγκαταστάσεις αγροτικής οικονομίας και τοπικής βιοτεχνίας· έτσι συχνά είναι τα πατητήρια, τα εργαστήρια κεραμικής και οι ειδικές εγκαταστάσεις αποχέτευσης και απόρριψης άχρηστων υλικών ενώ πιο σπάνιες είναι οι εγκαταστάσεις ελαιοπιεστηρίων. Σε όλες σχεδόν τις αγροικίες βρέθηκαν πλήθος υφαντικά βάρη, γεγονός που αποδεικνύει ότι η υφαντουργία αποτελούσε μία από τις βασικές ασχολίες των κατοίκων τους.
Η επιλογή της θέσης οικοδόμησης, η ύπαρξη εγκαταστάσεων και γενικά η όλη οργάνωση των επαύλεων, δείχνει ότι οι τοπικοί άρχοντες έπαιρναν μέρος στην οργάνωση, τη διοίκηση και τον έλεγχο του κράτους. Η διάρθρωση του κράτους με αυτόν τον τρόπο βοήθησε αναμφίβολα την εντατικοποίηση της αγροτικής, βιοτεχνικής και κτηνοτροφικής παραγωγής. Ο τοπάρχης ήταν υπεύθυνος για την οργάνωση και την εποπτεία της περιοχής του και προφανώς ελέγχονταν από τα ανάκτορα που ήταν οι φορείς του βασιλικού εμπορίου και εφοδίαζαν τη διεθνή αγορά με κρητικά προϊόντα και έργα τέχνης. |