Μεσομινωική Περίοδος (2100 - 1560 π.Χ.)
 


Σε αντίθεση με την κατακόρυφη κάμψη του πρωτοελλαδικού πολιτισμού και την καταστροφή μεγάλων κέντρων της ηπειρωτικής Ελλάδας, η περίοδος της Μέσης Χαλκοκρατίας υπήρξε για την Κρήτη περίοδος μεγάλης προόδου και ανάπτυξης. Τα αίτια που οδήγησαν τους πολιτισμούς του αιγαίου να ακολουθήσουν τόσο διαφορετικές πορείες στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας δεν είναι ξεκάθαρα, αλλά μια πιθανή εξήγηση είναι ότι στην ηπειρωτική Ελλάδα εισέβαλαν ξένα στοιχεία τα οποία διέκοψαν την πορεία του πρωτοελλαδικού πολιτισμού, γεγονός που από ότι φαίνεται από τα μέχρι τώρα αρχαιολογικά ευρήματα, δεν συνέβη στην Κρήτη. Εδώ αντίθετα η πορεία του μινωικού πολιτισμού μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογική.

Ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της περιόδου αυτής είναι η οργάνωση ισχυρού ναυτικού που φέρνει τους μινωίτες σε επαφή με περιοχές που, λόγω της απόστασης, ήταν μέχρι τώρα απρόσιτες. Δημιουργούνται λιμάνια σε επίκαιρες θέσεις σε όλη την Κρήτη όπως για παράδειγμα στην Κάτω Ζάκρο, το Παλαίκαστρο και το Μόχλο για να διευκολύνεται η διακίνηση των αγαθών προς και από την Κρήτη. Ταυτόχρονα ιδρύονται κάποιες αποικίες αλλά και απλοί σταθμοί που εξυπηρετούν κυρίως το εμπόριο με τις πιο μακρινές περιοχές. Εντείνονται και διευρύνονται οι εμπορικές σχέσεις με την Κύπρο, την Συρία και την Αίγυπτο από την οποία εισάγεται η τεχνολογία για την κατεργασία και χρήση του πάπυρου.

Όλη αυτή η ανάπτυξη και η πρόοδος δε θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς την οργάνωση μίας ισχυρής κεντρικής εξουσίας. Ο βασιλιάς συγκεντρώνει στα χέρια του πολιτική και θρησκευτική εξουσία. Το εμπόριο, η κτηνοτροφία η γεωργία και η παραγωγή των εργαστηρίων ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από το παλάτι. Έτσι συστηματοποιείται η διακίνηση των αγαθών και οργανώνεται το εξαγωγικό και εισαγωγικό εμπόριο με περιοχές εκτός Κρήτης.

Τα νέα μεγαλόπρεπα ανάκτορα αποτελούν τα σύμβολα της εξουσίας και της παντοδυναμίας του ηγεμόνα και προσδίδουν στην αυλή και το ιερατείο τη μεγαλοπρέπεια που απαιτούν τα αξιώματα τους, βασικό στοιχείο για την επιβολή τους στους υπηκόους αλλά και στις ξένες αντιπροσωπίες που έφθαναν στα ανάκτορα. Για τα ανάκτορα αυτά που χτίστηκαν στις αρχές της 2ης χιλιετίας, δεν έχουμε σαφή εικόνα καθώς καταστράφηκαν από ένα μεγάλο σεισμό γύρω στα 1700 π.Χ.

Προσόψεις πολυώροφων ιδιωτικών κατοικιών από την Κνωσό

 

Η τελική φάση της μεσομινωικής, που ξεκινάει με την καταστροφή των πρώτων ανακτόρων και λήγει με το τέλος της περιόδου, είναι περίοδος ανασυγκρότησης και προπαρασκευής. Η καταστροφή του 1700 π.Χ. δεν ανέκοψε την πορεία της πολιτισμικής εξέλιξης. Αντίθετα, τα ανάκτορα ξαναχτίζονται λαμπρότερα και μεγαλοπρεπέστερα μέσα σε λίγες δεκαετίες, πάνω στα ερείπια των παλιών. Το ανάκτορο της Κνωσού καταλαμβάνει έκταση 22.000 τετραγωνικών μέτρων και είναι το μεγαλύτερο στην Κρήτη.

Παράλληλα με την Κνωσό χτίζονται ανάκτορα, μικρότερα σε έκταση, και σε άλλες πόλεις της κεντρική Κρήτης όπως στα Μάλια, στη Φαιστό, Ζάκρο την Αγία Τριάδα, και στις Αρχάνες που διοικούνται από τοπικούς άρχοντες. Το χαρακτηριστικό σε όλα τα ανακτορικά συγκροτήματα είναι ότι ανεξάρτητα από την έκταση που καταλαμβάνουν ακολουθούν το ίδιο περίπου αρχιτεκτονικό σχέδιο.

Το ανάκτορο στη Φαιστό Το ανάκτορο των Μαλίων

 

Αναπτύσσονται γύρω από μία μεγάλη κεντρική αυλή και αποτελούν πολυσύνθετο και δαιδαλώδες συγκρότημα πολυώροφων κτιρίων. Έχουν μεγαλοπρεπή προπύλαια, επιβλητικές κιονοστοιχίες, μνημειώδη κλιμακοστάσια, που ευκολύνουν την επικοινωνία των ορόφων και των διαμερισμάτων, φωταγωγούς και πολύθυρα δωμάτια. Διαθέτουν αποθήκες, αρχειοφυλάκια, θησαυροφυλάκια, αποθέτες, αίθουσες υποδοχής των ξένων πρεσβευτών, χώρους λατρείας και τελετουργιών, δεξαμενές καθαρμών και χώρους κατοικίας για το ιερατείο και τους διοικητικούς υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη γραφειοκρατία και τον έλεγχο των προϊόντων από τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τα εργαστήρια κεραμικής, λιθοτεχνίας και σφραγιδογλυφίας. Η δαιδαλώδης κατασκευή του ανακτόρου της Κνωσού δημιούργησε τη μυθική εικόνα του κρητικού Λαβυρίνθου. Γύρω από το κεντρικό ανακτορικό πυρήνα έχουν αναπτυχθεί κώμες ή συνοικισμοί, όπως αποδεικνύουν τα ευρήματα των ανασκαφών στις περιοχές γύρω από τα ανάκτορα.

Εκτός όμως από την κατασκευή των ανακτόρων, κατά την Μεσομινωική περίοδο πραγματοποιούνται πολλά και σημαντικά τεχνικά έργα όπως η ισοπέδωση των λόφων τη Φαιστού και της Κνωσού, η κατασκευή του δρόμου προς τη Μεσαρά και την Φαιστό για την ευκολότερη διακίνηση εμπορευμάτων και προϊόντων, και μεγάλα έργα ύδρευσης και αποχέτευσης.

 

Τέχνη

Στην κεραμική αναπτύσσεται ο καμαραϊκός ρυθμός που είναι αξιοθαύμαστος τόσο από καλλιτεχνική άποψη, όσο και για την τεχνική της κατασκευής του. Ένα από τα χαρακτηριστικά του ρυθμού αυτού είναι τα εντυπωσιακά λεπτά τοιχώματα πολλών αγγείων που γι΄ αυτό το λόγο ονομάστηκαν ωοκέλυφα.Τα σχήματα παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία και έτσι εκτός από αυτά που αποτελούν συνέχεια των πρωτομινωικών τύπων έχουμε αγγεία σε σχήμα ζώου ή ανθρώπου, ρυτά με κωνικό ή ωοειδές σχήμα, και άλλα σε μορφή ταυροκεφαλής ή γυναίκας που κρατεί τους μαστούς.
  Πρώιμο Καμαραϊκό αγγείο από το λόφο Κεφάλα στην Κνωσό

 

Πιο χαρακτηριστική για τον καμαραϊκό ρυθμό είναι η απίστευτη ποικιλία των θεμάτων της διακόσμησης. Τα χρώματα που χρησιμοποιούνται είναι κυρίως το κόκκινο, το μαύρο και το πορτοκαλί πάνω σε λευκό φόντο. Ορισμένα από τα αγγεία φέρουν ακιδωτή διακόσμηση και άλλα ολόγλυφους κάλυκες λουλουδιών στα χείλη τους. Τα θέματα αντλούνται κυρίως από το φυτικό κόσμο, σπανιότερα παρουσιάζονται ψάρια και κάποιες ζωικές ή ανθρώπινες μορφές. Οι παντός είδους κυματισμοί αποτελούν μία νέα έκφραση, που μαζί με την πολυχρωμία αντικαθρεφτίζουν μία νέα αισθητική.

Αγγείο Καμαραϊκού ρυθμού με κάλυκες λουλουδιών  

 

 

Σφραγιδογλυφία και μεταλλοτεχνία

Στη Μεσομινωική Εποχή παρουσιάζεται μεγάλη ανάπτυξη στη σφραγιδογλυφία. Οι τεχνίτες χρησιμοποιούν σκληρούς ημιπολύτιμους λίθους όπως ο αμέθυστος, ο αχάτης, ο ιάσπις και ο αιματίτης σε διάφορα σχήματα όπως ο πεπιεσμένος κύλινδρος, τα πρίσματα και τα καλυκόμορφα. Τα θέματα προέρχονται από τον φυτικό κόσμο και την καθημερινή ζωή και συντίθενται στην επιφάνεια με τη βασική αρχή του στροβιλισμού. Παρουσιάζονται όμως και αρχιτεκτονικά θέματα που υποτίθεται ότι μιμούνται διακοσμήσεις τοίχων ή προσόψεων. Πολλές σφραγίδες φέρουν ιερογλυφικά σύμβολα, που εμφανίζονται στην Κρήτη κατά την εποχή αυτή. Παράλληλα αναπτύσσεται η τέχνη της χρυσοχοΐας για την κατασκευή κοσμημάτων από χρυσό και ασήμι.

Σφραγιδόλιθος με παράσταση αίγαγρου πάνω σε βράχο Ψήφος με λεπτή κοκκίδωση από το θολωτό τάφο στην Κουμάσα Μεσαράς